Перевод: с греческого на все языки

со всех языков на греческий

κατὰ τέλη

См. также в других словарях:

  • Γαλλία — Επίσημη ονομασία: Δημοκρατία της Γαλλίας Έκταση: 547.030 τ.χλμ Πληθυσμός: 58.518.148 κάτ. (2000) Πρωτεύουσα: Παρίσι (2.125.246 κάτ. το 2000)Κράτος της δυτικής Ευρώπης. Συνορεύει στα ΝΑ με την Ισπανία και την Ανδόρα, στα Β με το Βέλγιο και το… …   Dictionary of Greek

  • Βυτινιώτης, Κόλιας — (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Αρματολός και κλέφτης από τη Βυτίνα. Σε δημοτικά άσματα αναφέρεται ως εκπρόσωπος της παλικαριάς και σύγχρονος του Μαντά από το Αρκουδόρεμα, του Ζαχαριά Μπαρμπιτσιώτη, του Μπότσικα Κολοκοτρώνη και άλλων αρματολών της… …   Dictionary of Greek

  • Λέων ο Τριπολίτης — (τέλη 9ου – μέσα 10ου αι. μ.Χ.). Εξισλαμισμένος χριστιανός πειρατής από την Τρίπολη της Φοινίκης. Επιδόθηκε πολύ νέος στην πειρατεία και απέκτησε δικό του πειρατικό στόλο. Επιδεικνύοντας τόλμη και αγριότητα, αλλά και βοηθούμενος από το πειρατικό… …   Dictionary of Greek

  • τελώνιο — Κατά τις δοξασίες των ανατολικών λαών, τα τ. είναι δαιμονικά όντα, προικισμένα με μεγάλη μεταμορφωτική δύναμη και όχι πάντα βλαβερά για τον άνθρωπο. Τους αρέσει να πειράζουν τους ανθρώπους. Μπαίνουν νύχτα στα σπίτια, παίρνουν αυτούς που… …   Dictionary of Greek

  • Αλαεντίν Καραμανί — (τέλη 14ου αι.). Τελευταίος ηγεμόνας του κράτους της Καραμανίας (Μικρά Ασία). Αγωνίστηκε κατά των Οθωμανών σουλτάνων Μουράτ Α’ και Βαγιαζίτ Α’. Ο στρατηγός Τιμουρτάς του Βαγιαζίτ τον αιχμαλώτισε και τον θανάτωσε. Μετά τον θάνατό του το κράτος της …   Dictionary of Greek

  • Ανδροτίων — (τέλη 5ου αι. – 4ος αι. π.Χ.). Αθηναίος ρήτορας και πολιτικός. Γόνος αριστοκρατικής οικογένειας και μαθητής του Ισοκράτη, αναμείχθηκε στην πολιτική σε μία περίοδο πολύ ταραγμένη και ήρθε σε αντίθεση με τον Δημοσθένη, ο οποίος έγραψε λόγο Κατά… …   Dictionary of Greek

  • Ανήριστος — (τέλη 4ου αι. π.Χ.). Σπαρτιάτης που κατά τον Πελοποννησιακό πόλεμο έλαβε μέρος σε πρεσβεία των Πελοποννησίων προς τον Πέρση βασιλιά, για να ζητηθεί βοήθεια εναντίον των Αθηναίων. Τα μέλη της πρεσβείας αυτής συνελήφθησαν στη Θράκη, πριν φτάσουν… …   Dictionary of Greek

  • Βάγιας, Θανάσης — (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Έμπιστος του Αλή πασά. Καταγόταν από το Λέκλι της Ηπείρου, που σήμερα ανήκει στην Αλβανία. Κατά μια παράδοση, ο Β. βοήθησε στην προαγωγή του Αλή σε δερβέναγα και μετά σε σατράπη των Ιωαννίνων και εκείνος, για… …   Dictionary of Greek

  • Βάγιας, Λουκάς — (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Αδελφός του Θανάση Βάγια, γιατρός στην αυλή του Αλή Πασά. Ο Αλή πασάς τον έστειλε να σπουδάσει ιατρική στην Ευρώπη με δικά του έξοδα. Παρέμεινε εκεί δώδεκα χρόνια, αφού παρακολούθησε μαθήματα στα πανεπιστήμια του… …   Dictionary of Greek

  • Βλαχοθανάσης, Μήτρος — (τέλη 18ου αι.).Διάσημος αρματολός, που καταγόταν από τη Βουνιχώρα της Παρνασσίδας. Πρωτοπαλίκαρό του είχε τον Ανδρούτσο, πατέρα του Οδυσσέα. Μαζί είχαν τρομοκρατήσει τους Αλβανούς της Στερεάς που αποσύρονταν όταν εμφανίζονταν με τους άντρες τους …   Dictionary of Greek

  • Βρυώνης, Ομέρ — (τέλη 18ου – αρχές 19ου αι.). Τουρκαλβανός στρατιωτικός ηγέτης. Ονομαστός πολέμαρχος στην υπηρεσία του σουλτάνου κατά την περίοδο της Ελληνικής Επανάστασης του 1821, καταγόταν από τον γνωστό ελληνικό οίκο των Βρυώνηδων που εξισλαμίστηκε μετά την… …   Dictionary of Greek

Поделиться ссылкой на выделенное

Прямая ссылка:
Нажмите правой клавишей мыши и выберите «Копировать ссылку»